Ομιλία Χ. Παπουτσή "Προκλήσεις για την Ευρώπη μετά τις γερμανικές εκλογές" σε εκδήλωση του ΙΣΤΑΜΕ και του Ιδρύματος Friedrich Ebert Stiftung
4/10/2005
Η προεκλογική δημόσια συζήτηση στη Γερμανία και τα αποτελέσματα των εκλογών κατέγραψαν, για μια ακόμη φορά, την αμφισβήτηση του υφιστάμενου ευρωπαϊκού οικοδομήματος, των θεσμών, αλλά και των πολιτικών που ασκήθηκαν, είτε σε υπερεθνικό, είτε σε εθνικό επίπεδο. Στην ίδια κατεύθυνση ήταν και τα μηνύματα από τα δύο πρόσφατα δημοψηφίσματα για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα στην Ολλανδία και τη Γαλλία.
Το «δημοκρατικό έλλειμμα» της θεσμικής συγκρότησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη μια μεριά και η δεσπόζουσα τάση συντηρητικών οικονομικών επιλογών από την άλλη, έθεσαν υπό κρίση τα ζητήματα της «ανάπτυξης» και της «κοινωνικής συνοχής» στα περισσότερα από τα κράτη - μέλη. Είναι σαφές, ότι το πολιτικό μήνυμα των δημοψηφισμάτων και των γερμανικών εκλογών αποτελεί σημαντική παράμετρο που πρέπει να ληφθεί υπόψη.
Αν είμαστε ειλικρινείς σήμερα, υπάρχει μια ευθεία αμφισβήτηση του κοινωνικού και οικονομικού μοντέλου της Ευρώπης. Μετά τις εκλογές στη Μεγάλη Βρετανία, όλοι μας συμμετείχαμε σε αυτή τη δημόσια συζήτηση, όπου υπήρχε ευθεία αμφισβήτηση του κοινωνικού και οικονομικού μοντέλου της Ευρώπης.
Το γαλλικό δημοψήφισμα για το σύνταγμα προκάλεσε σε πολύ μεγάλο βαθμό συζήτηση, κυρίως για τη δυνατότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να επιδράσει αποτελεσματικά στην κοινωνική και οικονομική οργάνωση του μέλλοντος για όλους τους λαούς και για τα κράτη μέλη της.
Βρισκόμαστε ενόψει κρίσιμων αποφάσεων όπως είναι οι αποφάσεις για την μελλοντική χρηματοδότηση της Ένωσης, για τις δημοσιονομικές προοπτικές του 2007-2013. Μάλιστα, ακόμη και στη χτεσινή απόφαση για την έναρξη των διαπραγματεύσεων της Τουρκίας, γίνεται η συσχέτιση με την ημερομηνία 2014. Δηλαδή ποιες θα είναι οι δυνατότητες της Ένωσης για μετά το 2004, να χρηματοδοτήσει τη διεύρυνση με την Τουρκία.
Αρα το θέμα της χρηματοδότησης των πολιτικών στην Ένωση είναι καθοριστικό, είναι κυρίαρχο. Κι αυτό επηρεάζει τις αποφάσεις που λαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο από τις Κυβερνήσεις των κρατών-μελών. Η απόφαση την οποία πρέπει να λάβουμε σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι τι κάνουμε με το Σύνταγμα. Θα προχωρήσουμε στη διαδικασία αυτή που έχουμε ξεκινήσει; Θα πάμε σε μια αναθεώρηση; Εδώ υπάρχει ξανά σύγχυση. Υπάρχουν κράτη όπως είναι η Ελλάδα, όπως είναι η Γερμανία όπου με μεγάλη πλειοψηφία τα θεσμικά όργανα, τα αντιπροσωπευτικά όργανα των λαών, τα Κοινοβούλια, έχουν ήδη επικυρώσει το Σύνταγμα.
Δύο κράτη-μέλη, η Γαλλία και η Ολλανδία είχαν απορριπτικά δημοψηφίσματα και την ίδια στιγμή, ο Πρόεδρος της Επιτροπής, ο Πρόεδρος δηλαδή του θεσμικού οργάνου που πρέπει να αποτελεί τη μηχανή του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και των ευρωπαϊκών εξελίξεων, δηλώνει μόλις προχτές ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον 3-4 χρόνια να αναμείνουμε για να δούμε τι θα κάνουμε με το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα.
Η πολιτική ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και βεβαίως οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών και ιδιαίτερα των μεγάλων κρατών - μελών της Ένωσης, όπως είναι η Γερμανία πρέπει να απαντήσουν με καθαρότητα και με σαφήνεια: Συνεχίζουμε να πιστεύουμε στην οικονομική και πολιτική ολοκλήρωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως την ξεκινήσαμε, όπως την οραματιστήκαμε και όπως την καταγράψαμε μέσα στο κοινοτικό κεκτημένο; Συνεχίζουμε να θεωρούμε ως βασική προτεραιότητα της οικονομικής ανάπτυξης της Ευρώπης, της αναπτυξιακής διαδικασίας της Ευρώπης την οικονομική και κοινωνική συνοχή; Συνεχίζουμε να επιθυμούμε να ενισχύουμε την αποτελεσματικότητα των πολιτικών της Ένωσης, για να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων πολιτών;
Η γνώμη μου είναι ότι σε αυτά τα ερωτήματα πρέπει να υπάρχει ένα ξεκάθαρο ναι ή ένα όχι. Γιατί αν δεν υπάρχει σαφήνεια σε αυτές τις απαντήσεις, δεν μπορεί να υπάρξει ενιαία στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σε κάθε περίπτωση θα υπάρχει πάντοτε η αμφισβήτηση των κρατών - μελών των μικρών, των μεγάλων, των μεγαλύτερων και των λιγότερων μικρών, τα οποία θα επιχειρούν μέσα στο θεσμικό οικοδόμημα της Ένωσης και στην ασάφεια της πολιτικής της, να επιχειρούν να περνούν εθνικές στρατηγικές, που στο τέλος διασπούν την ενιαία, την κεντρική στρατηγική και απομακρύνουν πάρα πολύ το όραμα της ενιαίας Ευρώπης, της ενωμένης Ευρώπης με ισχυρό, θεσμικό και πολιτικό εποικοδόμημα.
Σε κάθε περίπτωση η άμβλυνση των κοινωνικών και αναπτυξιακών προβλημάτων της Ευρώπης, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την άσκηση δημοσιονομικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αυτή τη στιγμή σε αυτόν τον τομέα, υπάρχει μια μεγάλη αβεβαιότητα, λόγω ακριβώς της αδυναμίας του Συμβουλίου να καταλήξει σε μια απόφαση για τις δημοσιονομικές προοπτικές του 2007-2013. Και αυτή η αβεβαιότητα επιδρά παραλυτικά στη λειτουργία των θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιορίζει στο ελάχιστο την αποτελεσματικότητα των πολιτικών της και επιπλέον και το κυριότερο όλων, γεμίζει με ανασφάλεια και αμφισβήτηση την κοινωνία της Ευρώπης, τους πολίτες της Ευρώπης.
Ακουσα προηγουμένως τον κ. Γκιούντερ Γκλόζερ, ο οποίος αναφέρθηκε στη θέση του Γερμανικού Κοινοβουλίου, το οποίο έδωσε εντολή στη γερμανική κυβέρνηση να επιμείνει στο 1% των ιδίων πόρων του κοινοτικού προϋπολογισμού.
Το 1984 όταν εκλέχτηκα για πρώτη φορά ευρωβουλευτής, η Κοινοβουλευτική Επιτροπή στην οποία συμμετείχα, ήταν η Επιτροπή των προϋπολογισμών του ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μέχρι το 1995, όπου ανέλαβα Επίτροπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επί 11 χρόνια η κοινή συνισταμένη όλων των πολιτικών δυνάμεων, το κοινό αίτημα της μεγάλης πλειοψηφίας ήταν ένα. Το αίτημα για την αύξηση των ιδίων πόρων. Και σας μιλώ για την Ευρώπη των 10 κρατών-μελών. Με την προσχώρηση της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, οι πόροι δεν αυξήθηκαν, παρέμειναν στο ίδιο επίπεδο. Φτάσαμε στην επόμενη διεύρυνση των 15, πάντα με τον ίδιο προϋπολογισμό.
Γίνεται η διεύρυνση στα 25 κράτη-μέλη και τώρα η πρόταση είναι να μειωθεί ο κοινοτικός προϋπολογισμός. Να μειωθούν δηλαδή οι ίδιοι πόροι, οι συνεισφορές των κρατών μελών στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Αυτή η πρόταση όμως βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία με τη βασική επιδίωξη. Ποιος θα πληρώσει το κόστος της ευρωπαϊκής ενοποίησης; Με ποιον τρόπο θα προχωρήσουμε μπροστά, θα χρηματοδοτήσουμε τις πολιτικές και θα διασφαλίσουμε την αποτελεσματικότητα των πολιτικών μας; Σε αυτό το ερώτημα δεν υπάρχει απάντηση. Με ποιον τρόπο θα ενισχύσουμε την αξιοπιστία των πολιτικών μας και τη θεσμική λειτουργία της Ένωσης;
Στη Γερμανία, αναφέρθηκε ο κ. Γκιούντερ Γκλόζερ σε αυτό, αναδείχτηκε η ανάγκη της αντιμετώπισης των σοβαρών οικονομικών και αναπτυξιακών αποκλίσεων που καταγράφονται στο σύνολο της επικράτειας. Αποκλίσεις οι οποίες είναι απόρροια της μεγάλης προσπάθειας για τη γερμανική ενοποίηση, την οποία βεβαίως όλοι χαιρετήσαμε. Και ακούσαμε επίσης ότι η γερμανική κοινωνία στάθηκε θετικά στην πρόκληση των μεταρρυθμίσεων. Βέβαια, όποιος πολίτης, σε όποια χώρα κι αν ρωτηθεί θα απαντήσει ότι είναι υπέρ των μεταρρυθμίσεων.
Στη Γερμανία, σ'αυτές τις εκλογές είχαμε μια νίκη της πολιτικής επί της επικοινωνίας και των δημοσκοπήσεων. Γιατί όταν άρχισε η συζήτηση επί του περιεχομένου των μεταρρυθμίσεων, τότε οι πολίτες άρχισαν να τοποθετούνται συγκεκριμένα, να συνειδητοποιούν το εύρος και την ουσία των αλλαγών κι αυτό κατεγράφη στα πολιτικά αποτελέσματα. Γι΄ αυτό και το SPD κέρδισε το χαμένο έδαφος στο τελευταίο χρονικό διάστημα. Όταν ο Γιώργος Παπανδρέου έστελνε το συγχαρητήριο τηλεγράφημα στον Καγκελάριο Σρέντερ, αναγνωρίζοντας ότι είναι ο πραγματικός νικητής αυτών των εκλογών, εννοούσε, ότι νίκησε η πολιτική των μεταρρυθμίσεων εκείνων, που έδιναν ένα συγκεκριμένο περιεχόμενο και διασφάλιζαν τους πολίτες, διασφάλιζαν το κοινωνικό κράτος μέσα στις σύγχρονες συνθήκες. Παντού κατεγράφη ως ένα από τα αίτια, εξαιτίας των οποίων οι χριστιανοδημοκράτες έχασαν την μεγάλη πλειοψηφία και την αυτοδυναμία, ο φόβος ο οποίος κυριάρχησε για το είδος και το εύρος των μεταρρυθμίσεων και κυρίως εκείνων των μεταρρυθμίσεων, που αφορούσαν το κοινωνικό κράτος.
Και εδώ ξαναρχόμαστε στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Γιατί η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι εκείνη η οποία μπορεί να καλύπτει ένα μέρος της ανασφάλειας, όταν εμφανίζεται στα κράτη - μέλη. Εδώ θέλω να πω ότι, όσο η Ευρωπαϊκή Ένωση αδυνατεί να δώσει συνολικές απαντήσεις και να συνεργαστεί ουσιαστικά και αποτελεσματικά με τις κυβερνήσεις των κρατών - μελών, εκτιμώ ότι, στο πλαίσιο της ανοικτής και επικοινωνούσας ευρωπαϊκής κοινωνίας, θα υπάρχουν σε όλες τις χώρες φαινόμενα κινητοποίησης των κοινωνικών δυνάμεων, τα οποία θα αναζητούν την έκφρασή τους. Στη Γερμανία βρήκαν την έκφρασή τους σε μικρότερα κόμματα, τα οποία εμφανίστηκαν αλλά στέρησαν την εξουσία και αυτή είναι η ουσία, στέρησαν την εξουσία και τη δύναμη από το SPD και τον Καγκελάριο Σρέντερ.
Και εδώ στην Ελλάδα η ανησυχία των εργαζομένων οδηγεί στη συσπείρωση και στην κινητοποίηση των εργατικών συνδικάτων. Γι΄ αυτό και είναι το ΠΑΣΟΚ εκείνο που σήμερα εκφράζει πολιτικά με γνήσιο, καθαρό και αποφασιστικό τρόπο, αυτόν τον αγώνα, για την αποκάλυψη της αντιλαϊκής πολιτικής της Νέας Δημοκρατίας αλλά και την προώθηση μιας ρεαλιστικής πολιτικής για τη σύγχρονη κοινωνική και οικονομική οργάνωση της χώρας μας.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο τώρα, αν η βρετανική Προεδρία, αν ο κ. Μπλερ έχει την ικανότητα να αφουγκραστεί σωστά και αξιόπιστα την αγωνία των κοινωνικών δυνάμεων, που αναδείχτηκε και αναδεικνύεται παντού σε ολόκληρη την Ευρώπη, τότε το ζήτημα των αποφάσεων για τη στρατηγική της Λισσαβόνας αποκτά επείγοντα χαρακτήρα. Στο κάτω - κάτω της γραφής είναι μια δέσμη προτάσεων προοδευτικού χαρακτήρα, που αποφασίστηκε με σοσιαλιστική πλειοψηφία στο Συμβούλιο, συμπεριλαμβανομένου και του κ. Μπλερ, και πρέπει να αποτελέσει την κινητήριο δύναμη, για τη δημιουργία στέρεων συνδέσμων ανάμεσα στους πυλώνες της ανάπτυξης, της κοινωνικής συνοχής, της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης και της προστασίας του περιβάλλοντος. Και είναι αυτοί οι σύνδεσμοι που θα επιτρέψουν την επαναπροσέγγιση, την επανεξέταση και την ανοικοδόμηση ενός σύγχρονου και αποτελεσματικού κράτους πρόνοιας για το σύνολο των λαών της Ευρώπης.
Χωρίς αμφιβολία η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας, η διασφάλιση της οικονομικής σταθερότητας και η προώθηση της οικονομικής μεγέθυνσης, είναι δυνατόν κάτω από τον κατάλληλο πολιτικό σχεδιασμό, να αποτελέσουν πρακτικές, απόλυτα συμβατές με εκείνη του κράτους πρόνοιας. Να αντικαταστήσουν - αν θέλετε - το κράτος πρόνοιας με την παραδοσιακή του μορφή.
Στη σύγχρονη Ευρώπη μπορούν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις, ο εκσυγχρονισμός του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου και η εμβάθυνση της κοινωνικής συνοχής. Είναι ένα ζήτημα ικανοποίησης των αρχών μιας αριστοποιητικής πολιτικής στον πυρήνα της οποίας βρίσκεται πάντοτε η χρήση, η ορθολογική χρήση, ο έλεγχος, η διαφάνεια και η αναδιανομή των πόρων και των πλουτοπαραγωγικών διαδικασιών.
Αλίμονο σε εκείνο το φορολογικό σύστημα αλλά και σε εκείνους τους δημοσιονομικούς σχηματισμούς που θα εγκαταλείψουν το σύστημα της προοδευτικής φορολόγησης στο καθεστώς του φόρου εισοδήματος των φυσικών προσώπων. Είναι εντελώς διαφορετική η προσέγγιση του καθεστώτος της άμεσης φορολογίας των νομικών προσώπων, δηλαδή ο φόρος επί των κερδών με αναλογικό συντελεστή, από εκείνη του καθεστώτος της άμεσης φορολογίας των φυσικών προσώπων.
Κατά τη γνώμη μου μόνο μέσα από ένα σύστημα κλιμακούμενης προοδευτικής φορολόγησης του εισοδήματος των φυσικών προσώπων, ικανοποιούνται τα δύο βασικά κριτήρια που πρέπει να έχει ένα φορολογικό, δημοσιονομικό σύστημα.
Πρώτον, το ταμειακό κριτήριο, δηλαδή η συλλογή φορολογικών εσόδων και δεύτερον το κριτήριο της αναδιανομής του εισοδήματος και κατά συνέπεια της συλλογής πόρων από φυσικά πρόσωπα που έχουν πλεόνασμα για τη χρηματοδότηση του κράτους πρόνοιας. Η αναλογικότητα στο φόρο εισοδήματος δεν ταιριάζει σε καμιά περίπτωση με τον οικονομικό πολιτισμό της Ευρώπης. Γι' αυτό και υπήρχαν αντιδράσεις στην πρόταση του κ. Κίρχοφ των Χριστιανοδημοκρατών στη Γερμανία.
Κυρίες και κύριοι,
Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας μέσα από την επικράτηση της αγοράς, αλλά και η ραγδαία ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών, των μεταφορών και της επικοινωνίας, οδηγεί χωρίς καμιά απολύτως αμφισβήτηση στην αλλαγή των παραγωγικών δομών και επιδρά καθοριστικά στη φύση της εργασίας, επιδρά στις κοινωνικές σχέσεις, επιδρά στον χαρακτήρα της εκπαίδευσης, επιδρά ακόμη και στον πολιτισμό.
Σε κοινωνικό επίπεδο είναι ορατή η αποσύνθεση των παλαιών προτύπων των ανθρώπινων σχέσεων, η επικράτηση του ατομικισμού, η επιδίωξη της προσωπικής ικανοποίησης, κυρίως μέσα από την απόκτηση των καταναλωτικών αγαθών, η αμφισβήτηση της κοινής δράσης και η υποβάθμιση του κοινωνικού συλλογικού δεσμού.
Το αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη και αλληλεγγύη αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία σε ευρύτερα τμήματα της κοινωνίας, σε μια περίοδο όπου αμφισβητούνται οι παραδοσιακές δομές κοινωνικής προστασίας, σε μια περίοδο όπου αμφισβητούνται και τα κοινωνικά δικαιώματα που κατοχυρώσαμε με τους αγώνες των λαών, με τους αγώνες των εργαζομένων, όλα τα προηγούμενα χρόνια, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Και αυτό σημαίνει σήμερα, ότι απαιτούνται πολιτικές και προτάσεις μεταρρυθμίσεων που αφορούν στο κοινωνικό πρότυπο που στοχεύουμε και μας διαφοροποιεί από τη δεξιά, τους χριστιανοδημοκράτες, τους συντηρητικούς, τους νεοφιλελεύθερους. Καμιά οικονομική, περιβαλλοντική και κοινωνική πολιτική, δεν θα είναι σε θέση να δώσει λύσεις στα προβλήματα που ταλανίζουν το σημερινό κόσμο, χωρίς να αλλάξει το πρότυπο αξιών του πολίτη. Η κοινωνική αλλαγή, προϋποθέτει αλλαγή στις αξίες και προϋποθέτει επίσης και νέα ιεράρχηση. Η κοινωνία μπορεί να γίνει δικαιότερη και να σέβεται το περιβάλλον, μόνο όταν ο πολίτης εντάξει αυτές τις αξίες ως προτεραιότητες στη δική του καθημερινή ζωή. Αυτή είναι και η μεγάλη πρόκληση που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Να προβάλλουμε ξανά ένα όραμα, που θα βασίζεται σε αξίες, που θα απελευθερώνει τον άνθρωπο από τα δεσμά της ανάγκης, από τα δεσμά της αποξένωσης αλλά και από τον καταναλωτισμό. Ένα όραμα δηλαδή για την κοινωνία των πολιτών στην Ευρώπη που θέλουμε.
Δεν μιλώ για κυβερνητισμό. Μιλώ για αξίες, μιλώ για οράματα. Για οράματα που βασίζονται στις αρχές του δημοκρατικού σοσιαλισμού. Η επιτυχία μας όμως, η επιτυχία του δικού μας σχεδίου, η επιτυχία των σοσιαλιστών στην Ευρώπη, η επιτυχία της ευρωπαϊκής αριστεράς εξαρτάται ακριβώς από την ικανότητα να προβάλλουμε μια ξεχωριστή, μια δική μας διακριτή πρόταση, ένα συνολικό σχέδιο για την Ευρώπη του μέλλοντος. Ένα σχέδιο, που θα μας διακρίνει καθαρά από τους χριστιανοδημοκράτες, τη δεξιά, τους συντηρητικούς, τους νεοφιλελεύθερους.
Όσο θα πέφτουμε στην παγίδα να περιορίζουμε τη διαφοροποίησή μας από τη συντηρητική παράταξη στα λόγια και στην ικανότητα διαχείρισης της εξουσίας, τόσο θα μειώνεται η επιρροή μας στην κοινωνία. Αντίθετα, όσο αποδεικνύουμε ότι οι διαφορές μας με τη δεξιά, τους χριστιανοδημοκράτες και τους νεοφιλελεύθερους, είναι στην ουσία των πολιτικών μας προτάσεων και στο κοινωνικό μοντέλο που επιθυμούμε, τόσο θα κερδίζουμε την εμπιστοσύνη των πολιτών. Απασχόληση, υπηρεσίες δημοσίου συμφέροντος, κοινωνικά δικαιώματα, προστασία του περιβάλλοντος, υψηλή εκπαίδευση, εξειδικευμένη κατάρτιση, εγγύηση της δημόσιας υγείας και της κοινωνικής ασφάλειας, ανάπτυξη με συνοχή και αλληλεγγύη στην κοινωνία, κανόνες υγιούς ανταγωνισμού στην αγορά, διαφάνεια, δημοκρατικός έλεγχος, είναι οι έννοιες κλειδιά, είναι τα εργαλεία, είναι οι βασικές προτάσεις, οι πυλώνες, μιας ελκυστικής και ελπιδοφόρας πρότασης του δημοκρατικού σοσιαλισμού για το μέλλον της Ευρώπης.
Μια πρόταση που αναδεικνύει το όραμα για μια κοινωνία ίσων ευκαιριών, χωρίς περιφερειακές ανισορροπίες και κοινωνικές διακρίσεις, χωρίς ρατσισμό και ξενοφοβία, που σέβεται τον πολιτιστικό πλούτο των λαών και εγγυάται τη διαρκή ενημέρωση και τη συμμετοχή του πολίτη στο πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι. Σας μιλώ για μιαν Ευρώπη ανοιχτή στον κόσμο. Μιαν Ευρώπη που όλοι εμείς οραματιστήκαμε και εργαστήκαμε για να ανοίξει. Μιαν Ευρώπη που δεν αποδέχεται τη θεωρία της σύγκρουσης των πολιτισμών, τη θεωρία δηλαδή που αμφισβητεί στην ουσία κάθε δυνατότητα διεθνούς συλλογικής συνεννόησης και συνεργασίας. Και φυσικά δεν μπορεί να διαμορφώσει τη βάση για ένα πλαίσιο μακροπρόθεσμης ειρήνης και διεθνούς σταθερότητας.
Από αυτήν την ιδεολογική προσέγγιση, από αυτή την πολιτική και ιδεολογική θέση εμείς χαιρετίζουμε τη χτεσινή διαδικασία που άνοιξε ο δρόμος για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση στο μέλλον. Γι΄ αυτό το λόγο και θεωρούμε ότι είναι ιστορικής σημασίας αυτή η εξέλιξη, μια απόφαση που πήρε η Ευρωπαϊκή Ενωση, ένας ευρωπαϊκός δρόμος για την Τουρκία. Μια μακρά πορεία μεταρρυθμίσεων αλλαγών, προσαρμογών της Τουρκίας στο κοινοτικό κεκτημένο. Αλλαγών και μεταρρυθμίσεων που πρέπει να κάνει και η Ευρώπη στο θεσμικό της οικοδόμημα, για να έχει τη δυνατότητα ενσωμάτωσης μιας μεγάλης χώρας με τα δικά της πολιτικά, οικονομικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά.
Δυστυχώς για την Ελλάδα, αυτή η μεγάλη προσπάθεια, αυτή η μεγάλη πορεία, ενώ θα είναι εξαιρετικά ασφαλής για την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση, λόγω του ασφυκτικού πλαισίου, στο οποίο θα διαπραγματεύεται η Τουρκία, δυστυχώς για μας, υπάρχουν κενά. Θα μπορούσε να ήταν κατοχυρωμένα και τα δικά μας εθνικά ενδιαφέροντα. Δυστυχώς η κυβέρνηση της Ν.Δ, έκανε την επιλογή να μη διαπραγματευτεί. Στην πραγματικότητα γι΄ αυτή την ιστορικής σημασίας διαπραγμάτευση είχε μειωμένες προσδοκίες. Ωστόσο, εμείς επιμένουμε ότι η Ευρώπη πρέπει να προχωρήσει μπροστά. Το σχέδιο της διεύρυνσης πρέπει να υλοποιηθεί όχι μόνο με την Τουρκία αλλά και με την Κροατία που χτες ξεκίνησε κι αυτή τη διαδικασία. Με τα Δυτικά Βαλκάνια, με όλες τις χώρες της νοτιανατολικής Ευρώπης. Η διεύρυνση είναι κορυφαία επιλογή, στρατηγικής σημασίας για την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Εμείς πρέπει να φτιάξουμε την Ευρώπη που οραματιστήκαμε, την Ευρώπη από τα Ουράλια μέχρι και τον Ατλαντικό αλλά με μια προϋπόθεση: Οτι παράλληλα θα πρέπει να ενδυναμώνεται το θεσμικό οικοδόμημα, οι δημοκρατικές λειτουργίες, οι θεσμοί του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Να υπάρχει εγγύηση της κοινωνικής συνοχής. Μα πάνω απ' όλα να διασφαλίζεται η συναίνεση των πολιτών. Και η συναίνεση των πολιτών της Ευρώπης, διασφαλίζεται μόνο όταν υπάρχει απασχόληση, όταν υπάρχει διαρκής και εγγυημένη αναβάθμιση της ποιότητας της ζωής των πολιτών, όταν υπάρχει ασφάλεια και κοινωνική προστασία, όταν υπάρχουν αυστηροί έλεγχοι ενάντια σε εκείνους που μολύνουν το περιβάλλον. Διασφαλίζεται όταν υπάρχει ένα καθαρό, δημοκρατικό και προοδευτικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο ο πολίτης μπορεί να λειτουργήσει, να εργαστεί, να ζήσει, να γνωρίσει και να απολαύσει τον πολιτισμό.
Θέλουμε την Ευρώπη περισσότερο δυνατή, ακόμα πιο ανοικτή, ακόμα πιο δημιουργική, με ενιαία φωνή στους παγκόσμιους οργανισμούς οικονομικής και πολιτικής συνεργασίας, με κοινή αμυντική πολιτική και πολιτική ασφάλειας για τους λαούς της, βασική προϋπόθεση για μια Κοινή Εξωτερική Πολιτική. Θέλουμε την Ευρώπη να παίζει ουσιαστικό ρόλο στην παγκόσμια ειρήνη, να αξιοποιεί την πολιτική της ισχύ, την παράδοση και τον πολιτισμό της, την οικονομική και εμπορική δύναμη που διαθέτει.
Θέλουμε την Ευρώπη έναν ισχυρό πόλο που επιβάλλει το δημοκρατικό έλεγχο της παγκοσμιοποίησης και αμφισβητεί την ηγεμονία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Αλλά, επιδιώκει την ισότιμη διατλαντική συνεργασία. Μια συνεργασία Ε.Ε. και Η.Π.Α με στρατηγική σημασία, με βάση το αμοιβαίο συμφέρον, την εφαρμογή της διεθνούς έννομης τάξης, τη συνεργασία για την εξάλειψη των μεγάλων προβλημάτων και των κινδύνων που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα σε ολόκληρο τον κόσμο. Εμείς οι σοσιαλιστές, θέλουμε την Ευρώπη, που διαδραματίζει έναν πιο ενεργό ρόλο στην αναδιατύπωση των όρων της λειτουργίας της παγκόσμιας οικονομίας και στον εκδημοκρατισμό του διεθνούς συστήματος. Για μια νέα διεθνή τάξη, σ' έναν πολύ-πολικό κόσμο που θα εγγυάται την ισόρροπη ανάπτυξη, τη δίκαιη κατανομή του παραγόμενου πλούτου και θα σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Πιστεύω ότι η περίοδος που ζούμε είναι ιστορική για την Ευρώπη. Η ευρωπαϊκή κοινωνία, πιστεύω ότι σήμερα είναι έτοιμη να δεχτεί θεσμικές αλλαγές στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Αλλά οι αλλαγές αυτές θα είναι αποδεκτές, μόνο αν προβάλλουν και διαμορφώνουν τη νέα ευρωπαϊκή ταυτότητα, μέσα από τη διαμόρφωση ισχυρών πολιτικών δομών, που θα κατοχυρώνουν τη δημοκρατία, θα κατοχυρώνουν την κοινωνική δικαιοσύνη, θα διευκολύνουν την οικονομική ανάπτυξη, με όπλο ένα ισχυρό νόμισμα, ένα ισχυρό Ευρώ, αλλά ταυτόχρονα θα εγγυώνται την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και την ευρωπαϊκή ασφάλεια.
Η συζήτηση για τις νέες προκλήσεις και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Κοινωνία, και στα οποία χρειάζεται ν' απαντήσει πειστικά μια νέα Ευρωπαϊκή στρατηγική πρέπει να γίνει με θάρρος και ειλικρίνεια, προβάλλοντας όσα έχουμε κατακτήσει μέχρι σήμερα, και αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τις αδυναμίες που χρειάζεται να ξεπεραστούν. Μόνον έτσι θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε όχι απλά την τάση μιας συντηρητικής στροφής στην Ευρώπη, αλλά το φάσμα μιας ακροδεξιάς, ξενοφοβικής έκφρασης της ανασφάλειας και της εσωστρέφειας που αισθάνεται ένα μεγάλο μέρος του Ευρωπαϊκού πληθυσμού.
Και, είναι ανάγκη να υπενθυμίζουμε διαρκώς αλλά και να διασφαλίζουμε τις σημαντικές κατακτήσεις σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Κατακτήσεις που εξασφαλίζουν ένα σταθερό πλαίσιο ειρήνης, ανάπτυξης και κοινωνικής προόδου για τους λαούς μας. Το μοναδικό ιστορικό προηγούμενο ενοποίησης κυρίαρχων κρατών με ειρηνικά και δημοκρατικά μέσα. Αυτές όμως οι κατακτήσεις, όσο και αν θεωρούνται δεδομένες, χρειάζεται συνεχώς να εμβαθύνονται, και να προσαρμόζονται στις νέες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες.
Κυρίες και κύριοι, Η Ευρώπη έχει ανάγκη από τη Γερμανία, γιατί η Γερμανία αποτελεί την ατμομηχανή της Ευρώπης μαζί με τη Γαλλία, μαζί με άλλα κράτη. Εγώ χάρηκα πολύ προηγουμένως που άκουσα τον κ. Γκιούντερ Γκλόζερ να λέει ότι δεν θα ήταν ήσυχος, δεν θα ήταν καθόλου ευτυχής αν έβλεπε μόνο ένα μικρό πυρήνα κρατών να προχωρά μπροστά με τη Γερμανία και άλλα κράτη, και τα υπόλοιπα να ακολουθούν.
Δεν είναι αυτή η Ευρώπη που οραματιστήκαμε, δεν είναι αυτή η Ευρώπη για την οποία εργαστήκαμε. Εμείς πιστεύουμε στη δημοκρατική Ευρώπη, στην Ευρώπη που εγγυάται την ευρωπαϊκή ενοποίηση, που εγγυάται το δημοκρατικό έλεγχο, τους δημοκρατικούς κανόνες, στην Ευρώπη που αναδεικνύει συνεχώς την έννοια της λαϊκής κυριαρχίας με τη σύγχρονη μορφή, με την έκφραση δηλαδή των λαών στο θεσμικό οικοδόμημα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και κυρίως την Ευρώπη, η οποία έχει ένα Σύνταγμα, ένα Σύνταγμα που να κατοχυρώνει τα κράτη - μέλη, την πορεία τους στο μέλλον και κυρίως να εγγυάται ότι οι νέες γενιές που έρχονται, θα έχουν ένα ασφαλές πλαίσιο για να ζήσουν και να διεκδικήσουν ένα καλύτερο αύριο.
Είμαι όμως αισιόδοξος ότι η Γερμανία αναλαμβάνοντας και συνειδητοποιώντας, δεν έχω καμιά απολύτως αμφιβολία γι΄ αυτό, τις ιστορικές ευθύνες, τις οποίες έχει απέναντι στην Ένωση, θα βρει τη λύση. Είναι προφανές ότι η λύση δεν μπορεί να είναι άλλη από μια μεγάλη συνεργασία των μεγάλων κομμάτων στη Γερμανία και είμαι απόλυτα βέβαιος ότι θα παίξει το ρόλο που της αναλογεί και της αξίζει σε αυτό το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Μια ευχή κάνω. Αυτή η συνεργασία να βασίζεται σε ένα καθαρό συμβόλαιο συνεργασίας, σε ένα συμβόλαιο το οποίο θα εγγυάται ένα μίνιμουμ αρχών, πάνω στις οποίες θα διατηρηθεί η πολιτική της Γερμανίας, όσον αφορά τη δέσμευσή της για την Ευρωπαϊκή Ένωση του μέλλοντος. Όσον αφορά την αντίστασή της, σε εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις και σε εκείνες τις κυβερνήσεις, οι οποίες επιδιώκουν μέσω της διεύρυνσης αλλαγή της φυσιογνωμίας και της προοπτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μια μεγάλη ζώνη οικονομικών συναλλαγών, απορυθμίζοντας τη λειτουργία των θεσμικών της οργάνων και περιορίζοντας στο ελάχιστο την ενοποιητική διαδικασία. Ξέρω ότι αυτό δεν ακούγεται πάντοτε πολύ καλά αλλά είναι η πραγματικότητα. Είναι η πραγματικότητα που ζούμε, που τη ζούμε στα Συμβούλια Υπουργών, που τη ζούμε στα θεσμικά όργανα της Ένωσης και εδώ η Γερμανία έχει να αναλάβει πολύ μεγάλες ευθύνες. Εγώ προσωπικά είμαι αισιόδοξος γιατί η εμπειρία μου στην Ευρωπαϊκή Ένωση σχεδόν δύο δεκαετίες με έχει οδηγήσει στη βαθιά πεποίθηση, ότι η Ευρώπη δεν είναι κάτι το στατικό. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση αναμετρούνται ιδεολογίες, πολιτικές και εθνικά συμφέροντα. Για κάθε χώρα, για κάθε λαό, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα πεδίο πολιτικής συμμετοχής, συναπόφασης, διεκδίκησης. Είναι ένα διαρκές πεδίο ιδεολογικού, πολιτικού και κοινωνικού αγώνα, ενός αγώνα που συνεχίζουμε να τον δίνουμε, όπως τον δίναμε και τα προηγούμενα χρόνια.
Σας ευχαριστώ πολύ.
|